Ostýchavost στα ελληνικά

Μετάφραση: ostýchavost, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δειλία, ατολμία, ντροπαλότητα, διστακτικότης, έλλειψη αυτοπεποίθησης, διστακτικότητα, διστακτικότητας
Ostýchavost στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • biomasa στα ελληνικά - βιομάζα, βιομάζας, της βιομάζας, τη βιομάζα, η βιομάζα
  • mikroskop στα ελληνικά - μικροσκόπιο, μικροσκοπίου, το μικροσκόπιο, του μικροσκοπίου, μικροσκόπιο για
  • myslivecký στα ελληνικά - κυνήγι
  • místnost στα ελληνικά - δωμάτιο, χώρος, αίθουσα, δωματίου, το δωμάτιο, τα δωμάτια
Τυχαίες λέξεις
Ostýchavost στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δειλία, ατολμία, ντροπαλότητα, διστακτικότης, έλλειψη αυτοπεποίθησης, διστακτικότητα, διστακτικότητας