Přístroj στα ελληνικά
Μετάφραση: přístroj, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τέχνασμα, μηχάνημα, εργαλείο, συσκευή, όργανο, συσκευής, διάταξη, της συσκευής, τη συσκευή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- císařský στα ελληνικά - αυτοκρατορικός, αυτοκρατορική, αυτοκρατορικό, αυτοκρατορικής, αυτοκρατορικού
- meruňka στα ελληνικά - βερίκοκο, βερίκοκου, βερίκοκων, βερίκοκα, βερύκοκο
- negramotnost στα ελληνικά - αναλφαβητισμός, αναλφαβητισμού, του αναλφαβητισμού, αναλφαβητισμό, τον αναλφαβητισμό
- novinářství στα ελληνικά - δημοσιογραφία, Δημοσιογραφίας, τη δημοσιογραφία, της δημοσιογραφίας, η δημοσιογραφία
Τυχαίες λέξεις
Přístroj στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τέχνασμα, μηχάνημα, εργαλείο, συσκευή, όργανο, συσκευής, διάταξη, της συσκευής, τη συσκευή
Μεταφράσεις: τέχνασμα, μηχάνημα, εργαλείο, συσκευή, όργανο, συσκευής, διάταξη, της συσκευής, τη συσκευή