Přeseknout στα ελληνικά
Μετάφραση: přeseknout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόβω, αποκόβω, τέμνεται, κοπεί, να τέμνεται, διασχίζουν, διασχίζει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anekdota στα ελληνικά - ανέκδοτο, το ανέκδοτο, ανέκδοτο που, ανέκδοτου, ανέκδοτο για
- detektor στα ελληνικά - ανιχνευτής, ανιχνευτή, του ανιχνευτή, ανίχνευσης, ανιχνευτών
- hláska στα ελληνικά - γερός, ήχος, φωνή, υγιής, χρηστή, ακούγεται, τη χρηστή
- hřát στα ελληνικά - ζέστη, θερμαίνω, ζεστός, ζεσταίνω, τοστ, φρυγανιά, πρόποση, ...
Τυχαίες λέξεις
Přeseknout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόβω, αποκόβω, τέμνεται, κοπεί, να τέμνεται, διασχίζουν, διασχίζει
Μεταφράσεις: κόβω, αποκόβω, τέμνεται, κοπεί, να τέμνεται, διασχίζουν, διασχίζει