Přistoupit στα ελληνικά
Μετάφραση: přistoupit, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσεγγίζω, μέθοδος, πλησιάζω, προσέγγιση, πλευρίζω, διπλαρώνω, αποδέχομαι, προσέγγισης, προσέγγιση που, την προσέγγιση, η προσέγγιση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dvojitost στα ελληνικά - δυαδικότητα, δυαδικότητας, τη δυαδικότητα, διττότητα, η δυαδικότητα
- inteligence στα ελληνικά - διανοούμενοι, φυλάξου, εξυπνάδα, κατανόηση, πνεύμα, αγχίνοια, νοημοσύνη, ...
- klepadlo στα ελληνικά - ρόπτρο, knocker, κρούστης πόρτας
- obránce στα ελληνικά - προστάτης, πρωταθλητής, συνηγορώ, κηδεμόνας, υποστηρικτής, συνήγορος, υπερασπιστής, ...
Τυχαίες λέξεις
Přistoupit στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσεγγίζω, μέθοδος, πλησιάζω, προσέγγιση, πλευρίζω, διπλαρώνω, αποδέχομαι, προσέγγισης, προσέγγιση που, την προσέγγιση, η προσέγγιση
Μεταφράσεις: προσεγγίζω, μέθοδος, πλησιάζω, προσέγγιση, πλευρίζω, διπλαρώνω, αποδέχομαι, προσέγγισης, προσέγγιση που, την προσέγγιση, η προσέγγιση