Přivést στα ελληνικά

Μετάφραση: přivést, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μειώνω, ελαττώνω, περιορίζω, καθορισμένος, φέρνω, τοποθετώ, φέρω, φέρει, να, θέτουν, φέρουν
Přivést στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • disk στα ελληνικά - δισκοβολία, δίσκος, δίσκο, δίσκου, στο δίσκο, δίσκων
  • garnitura στα ελληνικά - τοποθετώ, σουίτα, καθορισμένος, ακολουθία, ομάδα, στόλισμα, γαρνιτούρας, ...
  • kabeláž στα ελληνικά - καλωδίωση, καλωδιώσεις, καλωδίωσης, καλώδια, καλωδίων
  • křížit στα ελληνικά - γέμισμα, διασχίζω, σταυρός, ματαιώνω, εμποδίζω, μιγάς, διασταύρωση, ...
Τυχαίες λέξεις
Přivést στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μειώνω, ελαττώνω, περιορίζω, καθορισμένος, φέρνω, τοποθετώ, φέρω, φέρει, να, θέτουν, φέρουν