Pastýřský στα ελληνικά
Μετάφραση: pastýřský, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ποιμενικός, βουκολικός, ποιμαντική, ποιμενικό, ποιμενική, ποιμαντικής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- maloměstský στα ελληνικά - μικρής πόλης, μια μικρή πόλη, μικρή πόλη, μια μικρή πόλη της, μικρού χωριού
- nerostný στα ελληνικά - μετάλλευμα, ορυκτό, ορυκτών, μεταλλικό, ορυκτά, ανόργανα
- opotřebení στα ελληνικά - τριβή, φορώ, αμυχή, απόξεση, φθορά, φορούν, φοράτε, ...
- opít στα ελληνικά - μεθώ, μέθυσος, μεθάω, μεθυσμένος
Τυχαίες λέξεις
Pastýřský στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ποιμενικός, βουκολικός, ποιμαντική, ποιμενικό, ποιμενική, ποιμαντικής
Μεταφράσεις: ποιμενικός, βουκολικός, ποιμαντική, ποιμενικό, ποιμενική, ποιμαντικής