Plecko στα ελληνικά
Μετάφραση: plecko, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπάλα, ώμος, ώμο, ώμου, τον ώμο, ώμων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- antikoncepční στα ελληνικά - αντισυλληπτικός, αντισυλληπτικό, αντισύλληψης, αντισυλληπτικά, αντισυλληπτική
- arcibiskup στα ελληνικά - αρχιεπίσκοπος, αρχιεπισκόπου, αρχιεπίσκοπο, ο Αρχιεπίσκοπος, τον Αρχιεπίσκοπο
- objednat στα ελληνικά - παραγγέλλω, παραγγελία, προσταγή, εντολή, διαταγή, προκειμένου, ώστε, ...
- odvrhnout στα ελληνικά - απορρίπτω, αποβάλλω, πετώ, αποπλέω, πετάξει μακριά, σαλπάρουμε
Τυχαίες λέξεις
Plecko στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπάλα, ώμος, ώμο, ώμου, τον ώμο, ώμων
Μεταφράσεις: σπάλα, ώμος, ώμο, ώμου, τον ώμο, ώμων