Podněcovat στα ελληνικά

Μετάφραση: podněcovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διεγείρω, ανάβω, εμπνέω, υποκινώ, παροτρύνω, κεντρίζω, εξάπτω, παρακινώ, προάγω, προωθώ, ξεκινώ, καθοδηγώ, προτρέπω, παραινώ, υποβοηθώ, ωθώ, τόνωση, τόνωση της, διεγείρουν, την τόνωση, τονώσει
Podněcovat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dialektický στα ελληνικά - διαλεκτικός, διαλεκτική, διαλεκτικής, διαλεκτικό, διαλεκτικού
  • fenomenálně στα ελληνικά - φαινομενικά, πρωτοφανή σε, phenomenally, φαινομενικά την, θεαματικά ·
  • hořekovat στα ελληνικά - μοιρολογώ, στενάζω, οδυρμός, μουγκρίζω, θρηνώ, μουγκρητό, γκρίνια, ...
  • nedávno στα ελληνικά - πρόσφατα, προσφάτως, τελευταία, πρόσφατη
Τυχαίες λέξεις
Podněcovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διεγείρω, ανάβω, εμπνέω, υποκινώ, παροτρύνω, κεντρίζω, εξάπτω, παρακινώ, προάγω, προωθώ, ξεκινώ, καθοδηγώ, προτρέπω, παραινώ, υποβοηθώ, ωθώ, τόνωση, τόνωση της, διεγείρουν, την τόνωση, τονώσει