Επιδιώκω στα τσεχικά
Μετάφραση: επιδιώκω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
usilovat, hnát, pěstovat, provádět, pokračovat, pronásledovat, vábit, dvořit se, přemlouvat, Woo, Wu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιδιώκω
επιδιώκω κλίση, επιδιώκω συνώνυμα, επιδιώκω λεξικό, επιδιώκω αοριστος, επιδιώκω english, επιδιώκω λεξικό γλώσσας τσεχικά, επιδιώκω στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- επιδεξιότητα στα τσεχικά - bystrost, rutina, cvik, zručnost, obratnost, dovednost, šikovnost, ...
- επιδικάζω στα τσεχικά - rozsoudit, rozhodovat, posuzovat, posoudil
- επιδοκιμάζω στα τσεχικά - podporovat, hlásit, aprobovat, schvalovat, pozdravit, provolávat, tleskat, ...
- επιδοκιμασία στα τσεχικά - souhlas, pochvala, schválení, podpora, potlesk, aplaus, potlesku, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιδιώκω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: usilovat, hnát, pěstovat, provádět, pokračovat, pronásledovat, vábit, dvořit se, přemlouvat, Woo, Wu
Μεταφράσεις: usilovat, hnát, pěstovat, provádět, pokračovat, pronásledovat, vábit, dvořit se, přemlouvat, Woo, Wu