Postihnout στα ελληνικά
Μετάφραση: postihnout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χτυπώ, βασανίζω, επηρεάζω, απεργία, ταλαιπωρώ, παριστάνω, επηρεάζουν, επηρεάσει, επηρεάσουν, επηρεάζει, να επηρεάσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dlaždice στα ελληνικά - πλακάκι, πλάκα, κεραμίδι, πλακιδίων, κεραμιδιών, πλακίδιο
- gigant στα ελληνικά - γίγαντας, Τιτάν, Titan, τιτάνας, του Τιτάνα, τιτάνα
- hornický στα ελληνικά - ανθρακωρύχους, ανθρακωρύχοι, ανθρακωρύχων, μεταλλωρύχων, μεταλλωρύχοι
- náležitě στα ελληνικά - σωστά, ευπρεπέστατα, δεόντως, κατάλληλα, καλά, ταιριαστά, αναβλύζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Postihnout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χτυπώ, βασανίζω, επηρεάζω, απεργία, ταλαιπωρώ, παριστάνω, επηρεάζουν, επηρεάσει, επηρεάσουν, επηρεάζει, να επηρεάσει
Μεταφράσεις: χτυπώ, βασανίζω, επηρεάζω, απεργία, ταλαιπωρώ, παριστάνω, επηρεάζουν, επηρεάσει, επηρεάσουν, επηρεάζει, να επηρεάσει