Ταλαιπωρώ στα τσεχικά

Μετάφραση: ταλαιπωρώ, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
postihnout, trápit, rmoutit, sklíčit, zasáhnout, soužit, zarmoutit, sužovat, nepohodlí, nepříjemné pocity, diskomfort, nepříjemný pocit, dyskomfort
Ταλαιπωρώ στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ταλαιπωρώ

ταλαιπωρώ αρχαια, ταλαιπωρώ κλιση, ταλαιπωρώ αρχικοι χρονοι, ταλαιπωρώ συνωνυμα, ταλαιπωρώ στα αγγλικά, ταλαιπωρώ λεξικό γλώσσας τσεχικά, ταλαιπωρώ στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • ταλέντο στα τσεχικά - schopnost, způsobilost, vhodnost, nadání, talent, talentů, talentu, ...
  • ταλαιπωρία στα τσεχικά - nevolnost, nemoc, námaha, obtíž, potíž, mrzutost, rozčilovat, ...
  • ταλαντευόμενος στα τσεχικά - rozporný, rozviklaný, chvějící se, vratký, vratké, vratkou
  • ταλαντεύομαι στα τσεχικά - ovládat, kývání, klopýtání, moc, převaha, kolébání, vrávorat, ...
Τυχαίες λέξεις
Ταλαιπωρώ στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: postihnout, trápit, rmoutit, sklíčit, zasáhnout, soužit, zarmoutit, sužovat, nepohodlí, nepříjemné pocity, diskomfort, nepříjemný pocit, dyskomfort