Prostředek στα ελληνικά

Μετάφραση: prostředek, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρωγή, συσκευή, μέσο, επανορθώνω, πράκτορας, μεσίτης, επικουρία, μέσον, πόροι, βοηθός, μέτριος, μηχάνημα, μεσαίος, παράγων, αποκαθιστώ, βοήθεια, μέσα, μέσων, μέσου, τη βοήθεια
Prostředek στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • chycení στα ελληνικά - αμπάρι, αιχμαλωσία, σπασμός, κρατώ, αιχμαλωτίζω, σύλληψη, παγίδα, ...
  • komercializace στα ελληνικά - εμπορευματοποίηση, εμπορευματοποίησης, εμπορία, εμπορική, εμπορική εκμετάλλευση
  • lihový στα ελληνικά - αλκοολικός, αλκοόλ, Το αλκοόλ, οινόπνευμα, Αλκοόλη, το οινόπνευμα
  • nastavit στα ελληνικά - τοποθετώ, εκτείνω, επεκτείνω, προσαρμόζω, ρυθμίζω, εκτείνομαι, καθορισμένος, ...
Τυχαίες λέξεις
Prostředek στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρωγή, συσκευή, μέσο, επανορθώνω, πράκτορας, μεσίτης, επικουρία, μέσον, πόροι, βοηθός, μέτριος, μηχάνημα, μεσαίος, παράγων, αποκαθιστώ, βοήθεια, μέσα, μέσων, μέσου, τη βοήθεια