Redukce στα ελληνικά
Μετάφραση: redukce, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μείωση, περιστολή, αναγωγή, μείωσης, τη μείωση, μείωση της
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- diskrétní στα ελληνικά - λιγομίλητος, λιγόλογος, διακριτικός, εχέμυθος, κρυψίνους, διακριτική, διακριτικό, ...
- eliptický στα ελληνικά - ελλειπτικός, ελλειπτικό, ελλειπτική, ελλειπτικά, ελλειπτικού
- oddělit στα ελληνικά - ιδιαίτερος, διαχωρίζω, μοιράζω, διχοτομία, διαζύγιο, μοίρα, κόβω, ...
- okopírovat στα ελληνικά - αντίγραφο, αντιγράφω, αντίτυπο, αντιγράφου, αντιγραφής, αντιγραφή
Τυχαίες λέξεις
Redukce στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μείωση, περιστολή, αναγωγή, μείωσης, τη μείωση, μείωση της
Μεταφράσεις: μείωση, περιστολή, αναγωγή, μείωσης, τη μείωση, μείωση της