Ročník στα ελληνικά
Μετάφραση: ročník, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπάγω, τάξη, βαθμολογώ, κλάση, μορφή, δελτίο, έτος, έτους, χρόνο, περίοδο, χρονιά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- antropologie στα ελληνικά - ανθρωπολογία, Ανθρωπολογίας, την ανθρωπολογία, της ανθρωπολογίας, Ανθρωπολογικού
- inventura στα ελληνικά - Απογραφή, απογραφής, Inventory, Αποθεμάτων, Απόθεμα
- nutrie στα ελληνικά - είδος γούνας, θαλάσσιας ενυδρίδας, Nutria, θαλάσσιες ενυδρίδες, σε θαλάσσιες ενυδρίδες
- ochotný στα ελληνικά - εξυπηρετικός, πανέτοιμος, ενδοτικός, εύκαμπτος, φαιδρός, έτοιμος, χρήσιμος, ...
Τυχαίες λέξεις
Ročník στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπάγω, τάξη, βαθμολογώ, κλάση, μορφή, δελτίο, έτος, έτους, χρόνο, περίοδο, χρονιά
Μεταφράσεις: υπάγω, τάξη, βαθμολογώ, κλάση, μορφή, δελτίο, έτος, έτους, χρόνο, περίοδο, χρονιά