Rozhazovačný στα ελληνικά
Μετάφραση: rozhazovačný, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απλοχέρης, σπάταλος, πολυδάπανος, υπερβολικός, εξωφρενικές, υπερβολικές, υπερβολικό
Μεταφράσεις
- debil στα ελληνικά - κοροϊδεύω, βλάκας, χαζός, σουβλί, πούτσος, φαλλός, αγκύλωμα, ...
- dikce στα ελληνικά - διάρθρωση, απαγγελία, δικαιοδοσία, δικαιοδοσίας, δοσία, diction
- drezírovat στα ελληνικά - αμαξοστοιχία, τρένο, εκπαιδεύω
- furunkl στα ελληνικά - βράζω, δοθιήνα, δοθιήνας, δοθιήνωση
Τυχαίες λέξεις
Rozhazovačný στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απλοχέρης, σπάταλος, πολυδάπανος, υπερβολικός, εξωφρενικές, υπερβολικές, υπερβολικό
Μεταφράσεις: απλοχέρης, σπάταλος, πολυδάπανος, υπερβολικός, εξωφρενικές, υπερβολικές, υπερβολικό