Rozmnožení στα ελληνικά
Μετάφραση: rozmnožení, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξάπλωση, διαστολή, πολλαπλασιασμός, αναπαραγωγή, πολλαπλασιασμό, πολλαπλασιασμού, τον πολλαπλασιασμό, του πολλαπλασιασμού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- akademický στα ελληνικά - κολεγιακός, ακαδημαϊκός, ακαδημαϊκό, ακαδημαϊκή, ακαδημαϊκών, ακαδημαϊκά
- devítina στα ελληνικά - ένατος, ένατη, ένατο, ένατου, ένατης
- dvořan στα ελληνικά - αυλικός, αυλικού, αυλικό, του παλατιού, μελικός
- mléko στα ελληνικά - αρμέγω, γάλα, γάλακτος, γαλακτοκομικών, το γάλα, του γάλακτος
Τυχαίες λέξεις
Rozmnožení στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξάπλωση, διαστολή, πολλαπλασιασμός, αναπαραγωγή, πολλαπλασιασμό, πολλαπλασιασμού, τον πολλαπλασιασμό, του πολλαπλασιασμού
Μεταφράσεις: εξάπλωση, διαστολή, πολλαπλασιασμός, αναπαραγωγή, πολλαπλασιασμό, πολλαπλασιασμού, τον πολλαπλασιασμό, του πολλαπλασιασμού