Roztáhnout στα ελληνικά
Μετάφραση: roztáhnout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τεζάρω, εκτείνομαι, φουντώνω, τεντώνομαι, απλώνω, ξεδιπλώνω, επέκταση, διαδίδω, τεντώνω, τέντωμα, έκταση, τεντώστε, stretch, επιμήκυνση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kolísavost στα ελληνικά - μεταβλητότητα, μεταβλητότητας, πτητικότητα, αστάθεια των, αστάθειας των
- militarizace στα ελληνικά - στρατιωτικοποίηση, στρατιωτικοποίησης, στρατικοποίηση, στρατικοποίησης, τη στρατιωτικοποίηση
- neúnavnost στα ελληνικά - ακαταπόνητο
- obloudit στα ελληνικά - χαζός, ξεγελώ, τρικ, κόλπο, βλάκας, κοροϊδεύω, πονηρεύω, ...
Τυχαίες λέξεις
Roztáhnout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τεζάρω, εκτείνομαι, φουντώνω, τεντώνομαι, απλώνω, ξεδιπλώνω, επέκταση, διαδίδω, τεντώνω, τέντωμα, έκταση, τεντώστε, stretch, επιμήκυνση
Μεταφράσεις: τεζάρω, εκτείνομαι, φουντώνω, τεντώνομαι, απλώνω, ξεδιπλώνω, επέκταση, διαδίδω, τεντώνω, τέντωμα, έκταση, τεντώστε, stretch, επιμήκυνση