Rozvedení στα ελληνικά

Μετάφραση: rozvedení, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξάπλωση, διαστολή, ενίσχυση, διαζευγμένος, διαζευγμένη, Διαζευγμενος, διαζευγμένοι, χωρισμένος
Rozvedení στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • atribut στα ελληνικά - αποδίδω, ιδιότητα, Χαρακτηριστικό, τις ιδιότητες, χαρακτηριστικού, γνώρισμα
  • cenný στα ελληνικά - πολύτιμος, πολύτιμη, πολύτιμο, πολύτιμες, πολύτιμα
  • gepard στα ελληνικά - τσίτα, γατόπαρδος, τσιτάχ, αιλουροειδές, cheetah
  • kapsička στα ελληνικά - τσέπη, τσέπης, θύλακα, την τσέπη, θήκη
Τυχαίες λέξεις
Rozvedení στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξάπλωση, διαστολή, ενίσχυση, διαζευγμένος, διαζευγμένη, Διαζευγμενος, διαζευγμένοι, χωρισμένος