Sloučení στα ελληνικά
Μετάφραση: sloučení, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εδραίωση, συνδυασμός, ένωση, συγχώνευση, συγχώνευσης, συνένωση, αμάλγαμα, τη συγχώνευση
Μεταφράσεις
- improvizovat στα ελληνικά - αυτοσχεδιάζω, αυτοσχεδιάζουν, αυτοσχεδιάσει, αυτοσχεδιάσουν, αυτοσχεδιάζει
- kopřiva στα ελληνικά - τσουκνίδα, τσουκνίδας, κνιδωτικό, nettle, ταύρο από τα κέρατα
- léčit στα ελληνικά - παρακολουθώ, γιατρεύω, παστώνω, επουλώνω, μεταχειρίζομαι, θεραπεύω, επουλώνομαι, ...
- meziaktí στα ελληνικά - αλληλεπιδρούν, αλληλεπιδρά, αλληλεπιδράσουν, αλληλεπιδράσει, να αλληλεπιδρούν
Τυχαίες λέξεις
Sloučení στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εδραίωση, συνδυασμός, ένωση, συγχώνευση, συγχώνευσης, συνένωση, αμάλγαμα, τη συγχώνευση
Μεταφράσεις: εδραίωση, συνδυασμός, ένωση, συγχώνευση, συγχώνευσης, συνένωση, αμάλγαμα, τη συγχώνευση