Smluvit στα ελληνικά

Μετάφραση: smluvit, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσβάλλομαι, διαπραγματεύομαι, συμβόλαιο, τακτοποιώ, κανονίζω, συστέλλομαι, να οργανώσει, να κανονίσετε, για να κανονίσετε, να κανονίσει, να κανονίσουμε
Smluvit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anekdota στα ελληνικά - ανέκδοτο, το ανέκδοτο, ανέκδοτο που, ανέκδοτου, ανέκδοτο για
  • difúze στα ελληνικά - διάχυση, διάδοση, διάχυσης, διαχύσεως, διάδοσης
  • limita στα ελληνικά - περιορίζω, όριο, ορίου, οριακές, οριακών, προθεσμίας
  • mošna στα ελληνικά - πορτοφόλι, θύλακας, σακούλα, γραπτό, scrip, Σκριπ, δοπρ, ...
Τυχαίες λέξεις
Smluvit στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσβάλλομαι, διαπραγματεύομαι, συμβόλαιο, τακτοποιώ, κανονίζω, συστέλλομαι, να οργανώσει, να κανονίσετε, για να κανονίσετε, να κανονίσει, να κανονίσουμε