Středověký στα ελληνικά
Μετάφραση: středověký, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεσαιωνικός, μεσαιωνικό, μεσαιωνική, μεσαιωνικά, μεσαιωνικής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abstraktní στα ελληνικά - θεωρητικός, περίληψη, αφηρημένο, αφηρημένη, αφηρημένα, αφηρημένες
- kačer στα ελληνικά - αρσενική πάπια, Drake, Ντρέικ, πάπια, του Drake
- lákavý στα ελληνικά - θελκτικός, ελκυστικός, ορεκτικός, σαγηνευτικός, δελεαστικός, ελκυστική, ελκυστικό, ...
- neskonalý στα ελληνικά - άπειρος, άπειρη, άπειρο, άπειρες, άπειρα
Τυχαίες λέξεις
Středověký στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεσαιωνικός, μεσαιωνικό, μεσαιωνική, μεσαιωνικά, μεσαιωνικής
Μεταφράσεις: μεσαιωνικός, μεσαιωνικό, μεσαιωνική, μεσαιωνικά, μεσαιωνικής