Stejně στα ελληνικά
Μετάφραση: stejně, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακόμα, εξίσου, ίσος, όμοιος, επίσης, εξ ίσου, ίδιο, ισότιμα
Μεταφράσεις
- asistent στα ελληνικά - βοηθός, βοηθό, βοηθού, βοηθοί
- kousavost στα ελληνικά - οξύτητα, στυφότητα, δριμύτητα, poignancy, δηκτικότητα, τη συγκίνηση, δηκτικότης
- nezávislost στα ελληνικά - ανεξαρτησία, ελευθερία, ανεξαρτησίας, την ανεξαρτησία, της ανεξαρτησίας, η ανεξαρτησία
- obloudit στα ελληνικά - χαζός, ξεγελώ, τρικ, κόλπο, βλάκας, κοροϊδεύω, πονηρεύω, ...
Τυχαίες λέξεις
Stejně στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακόμα, εξίσου, ίσος, όμοιος, επίσης, εξ ίσου, ίδιο, ισότιμα
Μεταφράσεις: ακόμα, εξίσου, ίσος, όμοιος, επίσης, εξ ίσου, ίδιο, ισότιμα