Strpět στα ελληνικά
Μετάφραση: strpět, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πάσχω, παθαίνω, στομάχι, υποφέρω, επιτρέπω, γεννώ, ανέχομαι, υπομένω, αντέχω, εμμένω, εξέδρα, αφήνω, ρυάκι, Brook, ρυακιών, ρυακιού, ποταμάκι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- beztvarý στα ελληνικά - άμορφος, άμορφο, άμορφη, άμορφου, άμορφα
- cynik στα ελληνικά - κυνικός, κυνικού, κυνική, κυνικό, κυνικοί
- maloměstský στα ελληνικά - μικρής πόλης, μια μικρή πόλη, μικρή πόλη, μια μικρή πόλη της, μικρού χωριού
- neteř στα ελληνικά - ανιψιά, ανηψιά, την ανιψιά, ανεψιά, την ανηψιά
Τυχαίες λέξεις
Strpět στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πάσχω, παθαίνω, στομάχι, υποφέρω, επιτρέπω, γεννώ, ανέχομαι, υπομένω, αντέχω, εμμένω, εξέδρα, αφήνω, ρυάκι, Brook, ρυακιών, ρυακιού, ποταμάκι
Μεταφράσεις: πάσχω, παθαίνω, στομάχι, υποφέρω, επιτρέπω, γεννώ, ανέχομαι, υπομένω, αντέχω, εμμένω, εξέδρα, αφήνω, ρυάκι, Brook, ρυακιών, ρυακιού, ποταμάκι