Svlékat στα ελληνικά

Μετάφραση: svlékat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκδύω, γυμνώνω, γδύνομαι, γδύνω, γδύσιμο, γδύνεται, να γδύνεται, ξεντύσιμο, να γδύνεται και
Svlékat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • chlapec στα ελληνικά - καμάρι, νεαρός, παιδί, υιός, αγόρι, αγοριού, αγόρι που, ...
  • infiltrace στα ελληνικά - διείσδυση, διήθηση, διείσδυσης, η διήθηση, ενδοδιήθηση
  • ležatý στα ελληνικά - οριζόντιος, επικλινής, κεκλιμένο, κεκλιμένη, επικλινή, επικλινές
  • mdloba στα ελληνικά - λιποθυμώ, αμυδρός, λιποθυμική τάση, τάση για λιποθυμία, faintness, λιποθυμικάς, λιποθυμικών
Τυχαίες λέξεις
Svlékat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκδύω, γυμνώνω, γδύνομαι, γδύνω, γδύσιμο, γδύνεται, να γδύνεται, ξεντύσιμο, να γδύνεται και