Γδύνομαι στα τσεχικά

Μετάφραση: γδύνομαι, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
svlékat, negližé, nedbalky, odstrojit, svléknout, svléci, svléci se
Γδύνομαι στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γδύνομαι

γδύνομαι λεξικό γλώσσας τσεχικά, γδύνομαι στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • γδέρνω στα τσεχικά - kůže, obal, kožka, pleť, kůra, loupat, pokožka, ...
  • γδούπος στα τσεχικά - tlouct, třísknout, třesk, úder, bouchnutí, práskat, narazit, ...
  • γδύνω στα τσεχικά - odstrojit, svlékat, nedbalky, negližé
  • γείτονας στα τσεχικά - soused, bližní, sousedem, souseda, sousedka
Τυχαίες λέξεις
Γδύνομαι στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: svlékat, negližé, nedbalky, odstrojit, svléknout, svléci, svléci se