Táhnout στα ελληνικά

Μετάφραση: táhnout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεννώ, ζωγραφίζω, υποφέρω, τράβηγμα, έλκω, επισύρω, τραβώ, έλξη, σύρετε, drag, οπισθέλκουσας, αντίσταση
Táhnout στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • akrobatický στα ελληνικά - ακροβατικός, ακροβατικά, ακροβατικές, ακροβατικό, ακροβατικού
  • krajta στα ελληνικά - πύθωνας, Python, πύθωνα, την Python, η Python
  • monolit στα ελληνικά - μονόλιθος, μονόλιθου, μονόλιθο, μονολιθικό, μονολιθικός
  • ortel στα ελληνικά - καταδικάζω, καταδίκη, ετυμηγορία, πρόταση, Ortel
Τυχαίες λέξεις
Táhnout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεννώ, ζωγραφίζω, υποφέρω, τράβηγμα, έλκω, επισύρω, τραβώ, έλξη, σύρετε, drag, οπισθέλκουσας, αντίσταση