Třesení στα ελληνικά

Μετάφραση: třesení, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρεμούλιασμα, τουρτουρίζω, ανατριχίλα, κραδασμός, ριγώ, τρεμουλιάζω, δόνηση, τρέμω, ανακίνηση, κουνώντας, τίναγμα, κουνώντας το, κουνώντας τα
Třesení στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hormonální στα ελληνικά - ορμονικές, ορμονική, ορμονικά, ορμονικών, ορμονικής
  • lidství στα ελληνικά - ανθρωπότητα, ανθρωπότητας, της ανθρωπότητας, την ανθρωπότητα, η ανθρωπότητα
  • logaritmus στα ελληνικά - λογάριθμος, λογάριθμο, λογαρίθμου, λογάριθμο της, λογάριθμου
  • ochladit στα ελληνικά - κρουσταλλιάζω, ανατριχίλα, καταψύχω, παγώνω, παγερός, δροσερός, ρίγος, ...
Τυχαίες λέξεις
Třesení στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρεμούλιασμα, τουρτουρίζω, ανατριχίλα, κραδασμός, ριγώ, τρεμουλιάζω, δόνηση, τρέμω, ανακίνηση, κουνώντας, τίναγμα, κουνώντας το, κουνώντας τα