Τρεμούλιασμα στα τσεχικά
Μετάφραση: τρεμούλιασμα, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
třes, záchvěv, otřes, třesení, chvění, tremor, třesu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρεμούλιασμα
τρεμούλιασμα κεφαλιού, τρεμούλιασμα ματιού, τρεμούλιασμα ματιών, τρεμούλιασμα βλεφάρου, τρεμούλιασμα χεριών, τρεμούλιασμα λεξικό γλώσσας τσεχικά, τρεμούλιασμα στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- τρεμοφέγγω στα τσεχικά - blikání, míhání, třpytivých, třpytivé
- τρεμούλα στα τσεχικά - chvění, znepokojení, úzkost, obava, váhat, Dither, rozkladu, ...
- τριάδα στα τσεχικά - trojice, triáda, triády, trojzvuk, trojzvuku
- τριάντα στα τσεχικά - třicet, třiceti, třidceti, půl
Τυχαίες λέξεις
Τρεμούλιασμα στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: třes, záchvěv, otřes, třesení, chvění, tremor, třesu
Μεταφράσεις: třes, záchvěv, otřes, třesení, chvění, tremor, třesu