Třicet στα ελληνικά

Μετάφραση: třicet, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τριάντα, από τριάντα, των τριάντα, τριάκοντα
Třicet στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dvornost στα ελληνικά - ευγένεια, φιλοφρόνηση, αβρότητα, αβρότης, αρχοντιάς, αρχοντιά
  • hořkost στα ελληνικά - πικράδα, χολή, πικρός, πικρία, δριμύτητα, δριμύς, οξύτητα, ...
  • kariérista στα ελληνικά - καριερίστες, καριερίστικες, καριερίστα, αριβιστικά, καριερίστας
  • ohledat στα ελληνικά - επιθεωρώ, καρέ, εξετάζω, σταματώ, αναχαιτίζω, εποπτεύω, ανακόπτω, ...
Τυχαίες λέξεις
Třicet στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τριάντα, από τριάντα, των τριάντα, τριάκοντα