Tendenční στα ελληνικά
Μετάφραση: tendenční, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προκατειλημμένος, μεροληπτικός, προκατειλημμένη, μεροληπτική, μεροληπτικό, μεροληπτικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- hostinec στα ελληνικά - εστιατόριο, μπαρ, πανδοχείο, χάνι, ξενώνας, Inn, το πανδοχείο, ...
- křupavý στα ελληνικά - ξηρός, τραγανιστός, τσουχτερός, τραγανός, τραγανή, τραγανό, καθαρό, ...
- ledovcový στα ελληνικά - παγετώνας, Glacier, παγετώνα, παγετώνων, του παγετώνα
- nekompetence στα ελληνικά - ανικανότητα, ανικανότητας, ανεπάρκειας, την ανικανότητα, επαγγελματικής ανεπάρκειας
Τυχαίες λέξεις
Tendenční στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προκατειλημμένος, μεροληπτικός, προκατειλημμένη, μεροληπτική, μεροληπτικό, μεροληπτικές
Μεταφράσεις: προκατειλημμένος, μεροληπτικός, προκατειλημμένη, μεροληπτική, μεροληπτικό, μεροληπτικές