Trvalý στα ελληνικά
Μετάφραση: trvalý, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαρκής, στάβλος, σταθερός, διαρκείας, αδιάπτωτος, ενδελεχής, επίμονος, συνεχής, παντοτινός, μόνιμος, μόνιμη, μόνιμης, μόνιμο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dluh στα ελληνικά - αρραβώνες, σκορ, σκοράρω, χρέωση, εικοσαριά, χρέος, χρέους, ...
- koroptev στα ελληνικά - πέρδικα, πέρδικες, πέρδικας, τις πέρδικες, πετροπέρδικα
- maloměstský στα ελληνικά - μικρής πόλης, μια μικρή πόλη, μικρή πόλη, μια μικρή πόλη της, μικρού χωριού
- neobyčejný στα ελληνικά - σπάνιος, περίεργος, μοναδικός, παράξενος, ιδιόμορφος, εξαιρετικός, ασυνήθιστος, ...
Τυχαίες λέξεις
Trvalý στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαρκής, στάβλος, σταθερός, διαρκείας, αδιάπτωτος, ενδελεχής, επίμονος, συνεχής, παντοτινός, μόνιμος, μόνιμη, μόνιμης, μόνιμο
Μεταφράσεις: διαρκής, στάβλος, σταθερός, διαρκείας, αδιάπτωτος, ενδελεχής, επίμονος, συνεχής, παντοτινός, μόνιμος, μόνιμη, μόνιμης, μόνιμο