Uštknout στα ελληνικά

Μετάφραση: uštknout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κεντρίζω, κεντώ, τσιμπώ, τσίμπημα, δαγκώνω, κεντρί, τσιτώνω, τρυπώ, κέντημα, δάγκωμα, δαγκώσει, δαγκώνουν, δαγκώσουν, να δαγκώσει
Uštknout στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bronchitida στα ελληνικά - βρογχίτιδα, βρογχίτιδας, της βρογχίτιδας, βρογχίτιδος, τη βρογχίτιδα
  • dužnina στα ελληνικά - πολτός, πολτού, πολτό, χαρτοπολτού, πολτούς
  • kouzelně στα ελληνικά - μαγικά, μαγικό, μαγικό τρόπο, μαγείας, με μαγικό
  • neutralizovat στα ελληνικά - εξουδετερώνουν, εξουδετέρωση, εξουδετερώσει, εξουδετερώνει, εξουδετερώσουν
Τυχαίες λέξεις
Uštknout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κεντρίζω, κεντώ, τσιμπώ, τσίμπημα, δαγκώνω, κεντρί, τσιτώνω, τρυπώ, κέντημα, δάγκωμα, δαγκώσει, δαγκώνουν, δαγκώσουν, να δαγκώσει