Uchvátit στα ελληνικά

Μετάφραση: uchvátit, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεταφέρω, ηλεκτρίζω, αρπάζω, ηλεκτροδοτώ, ηδονή, κατάσχω, καταλαμβάνω, χαρά, αιχμαλωτίζω, ευφροσύνη, αιχμαλωσία, εντρυφώ, γοητεύω, συνεπαίρνω, σαγηνεύω, συγκίνηση, σφετερίζομαι, σφετεριστεί, σφετεριστούν, σφετεριστεί την, σφετερίζονται
Uchvátit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • chvástavý στα ελληνικά - καμαρωτός, θορυβωδώς, βίαιος, ανεμώδους
  • knihkupec στα ελληνικά - βιβλιοπώλης, βιβλιοπώλη, βιβλιοπώλης που, βιβλιοπωλών, το βιβλιοπώλη
  • lhůta στα ελληνικά - χρόνος, διορία, τρίμηνο, ώρα, χουρμάς, ημερομηνία, καιρός, ...
  • moždíř στα ελληνικά - γουδί, κονίαμα, κονιάματος, το κονίαμα, κονιάματα
Τυχαίες λέξεις
Uchvátit στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεταφέρω, ηλεκτρίζω, αρπάζω, ηλεκτροδοτώ, ηδονή, κατάσχω, καταλαμβάνω, χαρά, αιχμαλωτίζω, ευφροσύνη, αιχμαλωσία, εντρυφώ, γοητεύω, συνεπαίρνω, σαγηνεύω, συγκίνηση, σφετερίζομαι, σφετεριστεί, σφετεριστούν, σφετεριστεί την, σφετερίζονται