Σαγηνεύω στα τσεχικά

Μετάφραση: σαγηνεύω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
uchvátit, nadchnout, oslnit, očarovat, okouzlit, fascinovat, lest, Wile, odlákat, Wileovi, Wileem
Σαγηνεύω στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σαγηνεύω

σαγηνεύω συνωνυμα, σαγηνεύω ετυμολογία, σαγηνεύω λεξικό γλώσσας τσεχικά, σαγηνεύω στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • σαβούρα στα τσεχικά - zátěž, balast, přítěž, štěrk, haraburdí, nevyžádané, nevyžádanou, ...
  • σαγηνευτικός στα τσεχικά - svůdný, okouzlující, lákavý, okázalý, atraktivní, fascinující, oslniví
  • σαγόνι στα τσεχικά - povídat, kecat, tlachat, huba, čelist, tlama, klevetit, ...
  • σαθρός στα τσεχικά - ztrouchnivělý, shnilý, zpuchřelý, zetlelý, prohnilý, zpráchnivělý, trouchnivý, ...
Τυχαίες λέξεις
Σαγηνεύω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: uchvátit, nadchnout, oslnit, očarovat, okouzlit, fascinovat, lest, Wile, odlákat, Wileovi, Wileem