Určit στα ελληνικά

Μετάφραση: určit, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κανονίζω, προορίζω, καθορισμένος, πρόγραμμα, συμφωνώ, καρφί, φτιάχνω, εντοπίζω, νύχι, αποτιμώ, τοποθετώ, διαπιστώνω, εκτιμώ, εννοώ, αναθέτω, παραδόπιστος, καθορίσει, καθορίζουν, προσδιορίσει, καθορίσουν, προσδιοριστεί
Určit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • konflikt στα ελληνικά - μάχη, πόλεμος, καταπολεμώ, αγώνας, αγωνίζομαι, σύγκρουση, συγκρούσεων, ...
  • koroze στα ελληνικά - διάβρωση, διάβρωσης, στη διάβρωση, τη διάβρωση, διαβρώσεως
  • koruna στα ελληνικά - κορώνα, κορόνα, θήκη, στέμμα, στεφάνι, κόμης, κορώνας
  • nicméně στα ελληνικά - μολονότι, ήρεμος, ακόμα, ωστόσο, ακίνητος, γαλήνιος, όμως, ...
Τυχαίες λέξεις
Určit στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κανονίζω, προορίζω, καθορισμένος, πρόγραμμα, συμφωνώ, καρφί, φτιάχνω, εντοπίζω, νύχι, αποτιμώ, τοποθετώ, διαπιστώνω, εκτιμώ, εννοώ, αναθέτω, παραδόπιστος, καθορίσει, καθορίζουν, προσδιορίσει, καθορίσουν, προσδιοριστεί