Προορίζω στα τσεχικά
Μετάφραση: προορίζω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
předurčit, určit, předurčují
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προορίζω
προορίζω συνώνυμα, προορίζω λεξικό γλώσσας τσεχικά, προορίζω στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- προοδεύω στα τσεχικά - chod, běh, rozvoj, vývoj, postup, pokrok, postupovat, ...
- προοπτική στα τσεχικά - hledisko, šance, prospekt, perspektiva, rozhled, výhled, naděje, ...
- προορισμός στα τσεχικά - osud, cíl, určení, destinace, cílové, destinací, místo určení
- προπαρασκευαστικός στα τσεχικά - příprava, přípravný, přípravné, přípravná, přípravných, přípravnou
Τυχαίες λέξεις
Προορίζω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: předurčit, určit, předurčují
Μεταφράσεις: předurčit, určit, předurčují