Usvědčení στα ελληνικά

Μετάφραση: usvědčení, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταδίκη, πεποίθηση, πεποίθησή, καταδίκης, την πεποίθησή
Usvědčení στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • depeše στα ελληνικά - αποστολής, αποστολή, την αποστολή, της αποστολής
  • elán στα ελληνικά - κέφι, απόλαυση, σφρίγος, τέρψη, ζήλος, zing, ψευδαργυρούχον, ...
  • monopolizovat στα ελληνικά - απασχολώ, απορροφώ, μονοπωλώ, μονοπωλήσει, μονοπωλούν, μονοπωλήσουν, να μονοπωλήσει
  • nezbytnost στα ελληνικά - αναγκαιότητα, ουσιώδης, αναγκαίος, απαραίτητος, ανάγκη, αναγκαιότητας, ανάγκης, ...
Τυχαίες λέξεις
Usvědčení στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταδίκη, πεποίθηση, πεποίθησή, καταδίκης, την πεποίθησή