Věnování στα ελληνικά

Μετάφραση: věnování, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προικοδότηση, χάρισμα, δωρεά, επιγραφή, εγχάραξη, αφιέρωση, προσήλωση, αφοσίωση, αφοσίωσή, την αφοσίωση
Věnování στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • denunciace στα ελληνικά - καταγγελία, καταγγελίας, η καταγγελία, την καταγγελία, της καταγγελίας
  • familiárnost στα ελληνικά - οικειότητα, εξοικείωση, εξοικείωσης, γνώση, οικειότητας
  • mřížovina στα ελληνικά - δικτυωτό, καφασωτό, πέργκολα, δικτυωτού, οπλισμού, πλεγματικής
  • netrpělivost στα ελληνικά - ανυπομονησία, την ανυπομονησία, ανυπομονησίας, η ανυπομονησία, αδημονία
Τυχαίες λέξεις
Věnování στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προικοδότηση, χάρισμα, δωρεά, επιγραφή, εγχάραξη, αφιέρωση, προσήλωση, αφοσίωση, αφοσίωσή, την αφοσίωση