Znepokojovat στα ελληνικά
Μετάφραση: znepokojovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπελάς, ξεμπλέκω, ρίχνω, έννοια, παρενοχλώ, πειράζω, φασαρία, ενοχλώ, στοιχειώνω, ταλαιπωρία, ανησυχώ, ανησυχία, ανησυχείτε, ανησυχούν, ανησυχείς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- afektivní στα ελληνικά - στοργικός, συναισθηματική, Συναισθηματικές, Συναισθηματικός, Συναισθηματικά, Affective
- cukrárna στα ελληνικά - ζαχαροπλάστη, ζαχαροπλαστικής, άχνη, του ζαχαροπλάστη, ζαχαροπλαστείου
- katecheta στα ελληνικά - κατηχητής, κατηχήσεως, κατηχήτρια, κατηχήσεως που, κατηχητικό
- morbidní στα ελληνικά - νοσηρός, νοσηρή, νοσηρές, morbid, νοσογόνο
Τυχαίες λέξεις
Znepokojovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπελάς, ξεμπλέκω, ρίχνω, έννοια, παρενοχλώ, πειράζω, φασαρία, ενοχλώ, στοιχειώνω, ταλαιπωρία, ανησυχώ, ανησυχία, ανησυχείτε, ανησυχούν, ανησυχείς
Μεταφράσεις: μπελάς, ξεμπλέκω, ρίχνω, έννοια, παρενοχλώ, πειράζω, φασαρία, ενοχλώ, στοιχειώνω, ταλαιπωρία, ανησυχώ, ανησυχία, ανησυχείτε, ανησυχούν, ανησυχείς