Aihio στα ελληνικά
Μετάφραση: aihio, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διατυπώνω, σκιαγράφηση, άγραφος, άγραφτος, λευκός, κενό, κενές, κενή, τυφλό, τυφλού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aiheuttaa στα ελληνικά - αναστηλώνω, προκαλώ, γεννώ, κάνω, κατασκευάζω, υψώνω, εξαναγκάζω, ...
- aiheuttaja στα ελληνικά - σκοπός, αρχή, πηγή, προκαλώ, προξενώ, έναρξη, ρίζα, ...
- aika στα ελληνικά - ηλικία, φορά, καιρός, χρόνος, περίοδος, αρκετά, διάρκεια, ...
- aikaansaada στα ελληνικά - κατορθώνω, προκαλώ, δουλειά, γεννοβολώ, προξενώ, δημιουργώ, φτιάχνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Aihio στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διατυπώνω, σκιαγράφηση, άγραφος, άγραφτος, λευκός, κενό, κενές, κενή, τυφλό, τυφλού
Μεταφράσεις: διατυπώνω, σκιαγράφηση, άγραφος, άγραφτος, λευκός, κενό, κενές, κενή, τυφλό, τυφλού