Aikakausi στα ελληνικά

Μετάφραση: aikakausi, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάστημα, εποχή, καιρός, περίοδος, ηλικία, χρόνος, φορά, ώρα, εποχής, περίοδο, την εποχή, περιόδου
Aikakausi στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aikaisempi στα ελληνικά - γέρικος, προηγούμενος, πρώην, γέρος, παλαιός, πρόσθιος, προηγούμενη, ...
  • aikaisin στα ελληνικά - σύντομα, πρώιμος, νωρίς, σύντομος, αρχές του, πρόωρη, πρόωρης, ...
  • aikakausjulkaisu στα ελληνικά - περιοδικός, περιοδική, περιοδικές, περιοδικών, περιοδικό
  • aikakauslehti στα ελληνικά - περιοδικό, περιοδικού, το περιοδικό, περιοδικών, γεμιστήρα
Τυχαίες λέξεις
Aikakausi στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάστημα, εποχή, καιρός, περίοδος, ηλικία, χρόνος, φορά, ώρα, εποχής, περίοδο, την εποχή, περιόδου