Edellyttää στα ελληνικά
Μετάφραση: edellyttää, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εικασία, εμπλέκω, υπολογίζω, υποχρεώνω, νομίζω, ζήτηση, φαντάζομαι, προϋποθέτω, συμφωνώ, χρειάζομαι, απαίτηση, υποτίθεται, συνεπάγομαι, απαιτώ, εμπλέκομαι, πρόθεμα, απαιτούν, απαιτείται, απαιτήσει, απαιτεί, απαιτούν από
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dösä στα ελληνικά - προπονητής, προπονώ, πούλμαν, άμαξα, ΔΩΣΑ, dosa
- edellinen στα ελληνικά - προηγούμενος, παλαιός, φτουρώ, εφάπαξ, διαρκώ, τελευταίος, κάποτε, ...
- edellytykset στα ελληνικά - συνθήκες, όρους, προϋποθέσεις, όροι, συνθηκών
- edellytys στα ελληνικά - προαπαιτούμενο, προϋπόθεση, απαραίτητη προϋπόθεση, προϋπόθεση για, αποτελεί προϋπόθεση
Τυχαίες λέξεις
Edellyttää στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εικασία, εμπλέκω, υπολογίζω, υποχρεώνω, νομίζω, ζήτηση, φαντάζομαι, προϋποθέτω, συμφωνώ, χρειάζομαι, απαίτηση, υποτίθεται, συνεπάγομαι, απαιτώ, εμπλέκομαι, πρόθεμα, απαιτούν, απαιτείται, απαιτήσει, απαιτεί, απαιτούν από
Μεταφράσεις: εικασία, εμπλέκω, υπολογίζω, υποχρεώνω, νομίζω, ζήτηση, φαντάζομαι, προϋποθέτω, συμφωνώ, χρειάζομαι, απαίτηση, υποτίθεται, συνεπάγομαι, απαιτώ, εμπλέκομαι, πρόθεμα, απαιτούν, απαιτείται, απαιτήσει, απαιτεί, απαιτούν από