Epämiellyttävä στα ελληνικά

Μετάφραση: epämiellyttävä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακάθαρτος, βρώμικος, ανέντιμος, απαίσιος, βρόμικος, δυσάρεστος, άβολος, άβολα, δυσάρεστη, ανήσυχο, δυσάρεστο, άβολη
Epämiellyttävä στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • epäluulo στα ελληνικά - υποψία, υπόνοια, υποψίες, υπόνοιες, υποψίας
  • epäluuloinen στα ελληνικά - ύποπτος, καχύποπτος, ύποπτες, ύποπτων, ύποπτη
  • epämieluinen στα ελληνικά - ανεπιθύμητος, ανεπιθύμητες, ανεπιθύμητη, ανεπιθύμητων, ανεπιθύμητα
  • epämieluisa στα ελληνικά - ανεπιθύμητος, δυσάρεστος, δυσάρεστο, δυσάρεστη, δυσαρεστεί, δυσαρεστούν
Τυχαίες λέξεις
Epämiellyttävä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακάθαρτος, βρώμικος, ανέντιμος, απαίσιος, βρόμικος, δυσάρεστος, άβολος, άβολα, δυσάρεστη, ανήσυχο, δυσάρεστο, άβολη