Erinäinen στα ελληνικά

Μετάφραση: erinäinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σίγουρος, συγκεκριμένος, βέβαιος, λίγοι, μερικός, μερικοί, πολλά, παρτίδες, παρτίδες των, μέρη των, τα μέρη των
Erinäinen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • erinomaisen στα ελληνικά - εξαιρετικά, ψηλά, άριστη, εξαιρετικές, άριστο, εξαιρετικό, εξαιρετική
  • erinomaisuus στα ελληνικά - ανωτερότητα, υπεροχή, αριστείας, αριστεία, την αριστεία, της αριστείας
  • erioikeus στα ελληνικά - προνόμιο, προνομίου, δικαίωμα, προνόμιο να, απόρρητο
  • eriparinen στα ελληνικά - μονός, περιττός, περίεργο, παράξενο, περίεργη, μονό
Τυχαίες λέξεις
Erinäinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σίγουρος, συγκεκριμένος, βέβαιος, λίγοι, μερικός, μερικοί, πολλά, παρτίδες, παρτίδες των, μέρη των, τα μέρη των