Erittely στα ελληνικά

Μετάφραση: erittely, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χωρισμός, ρήξη, ανάλυση, διαχωρισμός, κατανομή, κατανομής, διάσπαση, βλάβης
Erittely στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • eritellä στα ελληνικά - αποφασίζω, διευθετώ, λύνω, προσδιορίζει, προσδιορίζουν, καθορίσετε, καθορίστε, ...
  • eritoten στα ελληνικά - συγκεκριμένα, ιδίως, ειδικά, ειδικότερα,, ειδικότερα
  • erittäin στα ελληνικά - εξαιρετικά, ψηλά, πλέον, ιδίως, ειδικά, πολύ, ιδιαίτερα, ...
  • erittäminen στα ελληνικά - έκκριση, έκκρισης, την έκκριση, εκκρίσεως, της έκκρισης
Τυχαίες λέξεις
Erittely στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χωρισμός, ρήξη, ανάλυση, διαχωρισμός, κατανομή, κατανομής, διάσπαση, βλάβης