Hyväksyttävä στα ελληνικά

Μετάφραση: hyväksyttävä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δεκτός, αποδεκτός, αποδεκτό, αποδεκτή, αποδεκτά, αποδεκτές, αποδεκτού
Hyväksyttävä στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hyväksyntä στα ελληνικά - επιδοκιμασία, αποδοχή, έγκριση, παραδοχή, έγκρισης, την έγκριση, εγκρίσεως, ...
  • hyväksytty στα ελληνικά - δεκτός, αποδεκτός, παραδέχθηκε, εισαχθεί, δεκτοί, παραδέχτηκε
  • hyväksyä στα ελληνικά - αμπάρι, κρατώ, αποδέχομαι, αγκαλιάζω, αγκάλιασμα, έχε, παίρνω, ...
  • hyväkuntoisuus στα ελληνικά - καταλληλότητα, ικανότητα, καλή κατάσταση, ίδια κατάσταση
Τυχαίες λέξεις
Hyväksyttävä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δεκτός, αποδεκτός, αποδεκτό, αποδεκτή, αποδεκτά, αποδεκτές, αποδεκτού