Ilo στα ελληνικά
Μετάφραση: ilo, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευφροσύνη, ηδονή, εντρυφώ, έκσταση, αρέσκεια, χαρά, ευχαρίστηση, αναψυχής, απόλαυση, την ευχαρίστηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ilmoittautuminen στα ελληνικά - εγγραφή, καταχώριση, καταχώρισης, εγγραφής, καταχώρηση
- ilmoitus στα ελληνικά - εξαγγελία, πίνακας, ανακοίνωση, διαφημιστικός, διαφήμιση, κήρυξη, παρατηρώ, ...
- iloinen στα ελληνικά - χαρούμενος, ομοφυλόφιλος, κεφάτος, ευτυχής, εύθυμος, φαιδρός, ηλιόλουστος, ...
- iloisuus στα ελληνικά - ζητωκραυγάζω, αγαλλίαση, χαρά, ευθυμίας, ευθυμία, χαράς
Τυχαίες λέξεις
Ilo στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευφροσύνη, ηδονή, εντρυφώ, έκσταση, αρέσκεια, χαρά, ευχαρίστηση, αναψυχής, απόλαυση, την ευχαρίστηση
Μεταφράσεις: ευφροσύνη, ηδονή, εντρυφώ, έκσταση, αρέσκεια, χαρά, ευχαρίστηση, αναψυχής, απόλαυση, την ευχαρίστηση