Käsky στα ελληνικά
Μετάφραση: käsky, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσπάθεια, απόπειρα, διατάζω, προστάζω, δήλωση, εντολή, προσταγή, ορθογραφία, υπαγόρευση, κατάσταση, υπαγορεύω, εντολών, εντολής, διοίκηση, χειρισμού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- käskevä στα ελληνικά - έγκυρος, προστακτική, επιβλητικός, διοικών, επιβλητική, διοικητής, διοικητή, ...
- käskeä στα ελληνικά - καθοδηγώ, προβλέπω, προστάζω, ξεχωρίζω, αφηγούμαι, εξουσιοδότηση, παραγγέλλω, ...
- käskyvalta στα ελληνικά - διατάζω, προσταγή, εντολή, προστάζω, εντολών, εντολής, διοίκηση, ...
- kätevä στα ελληνικά - πρακτικός, βολικός, επιδέξιος, σβέλτος, εύχρηστος, πρόχειρος, εύχρηστο, ...
Τυχαίες λέξεις
Käsky στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσπάθεια, απόπειρα, διατάζω, προστάζω, δήλωση, εντολή, προσταγή, ορθογραφία, υπαγόρευση, κατάσταση, υπαγορεύω, εντολών, εντολής, διοίκηση, χειρισμού
Μεταφράσεις: προσπάθεια, απόπειρα, διατάζω, προστάζω, δήλωση, εντολή, προσταγή, ορθογραφία, υπαγόρευση, κατάσταση, υπαγορεύω, εντολών, εντολής, διοίκηση, χειρισμού