Käyttäytyä στα ελληνικά
Μετάφραση: käyttäytyä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαγωγή, φέρσιμο, απαλλάσσω, συμπεριφέρομαι, διεξάγω, αθωώνω, συμπεριφορά, συμπεριφέρονται, συμπεριφέρεται, συμπεριφερθεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- käyttäytyminen στα ελληνικά - συμπεριφορά, διεξάγω, φέρσιμο, διαγωγή, ρόλος, συμπεριφοράς, τη συμπεριφορά, ...
- käyttäytymistapa στα ελληνικά - εθιμοτυπία, συμπεριφορά, διεξάγω, φέρσιμο, διαγωγή, του, της, ...
- käyttää στα ελληνικά - μπλέκω, εφαρμόζω, έχω, περιλαμβάνω, λειτουργώ, χρήση, έχε, ...
- käyttö στα ελληνικά - χρησιμότητα, χρήση, άσκηση, χρησιμοποιώ, φορώ, χρήσης, τη χρήση, ...
Τυχαίες λέξεις
Käyttäytyä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαγωγή, φέρσιμο, απαλλάσσω, συμπεριφέρομαι, διεξάγω, αθωώνω, συμπεριφορά, συμπεριφέρονται, συμπεριφέρεται, συμπεριφερθεί
Μεταφράσεις: διαγωγή, φέρσιμο, απαλλάσσω, συμπεριφέρομαι, διεξάγω, αθωώνω, συμπεριφορά, συμπεριφέρονται, συμπεριφέρεται, συμπεριφερθεί