Kollektori στα ελληνικά
Μετάφραση: kollektori, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συλλέκτης, συλλέκτη, συλλογής, συλλεκτών, συλλεκτικών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kollega στα ελληνικά - συνάδελφος, συνάδελφό, συνάδελφός, τον συνάδελφό, ο συνάδελφός
- kollektiivisesti στα ελληνικά - συλλογικά, συνολικά, κοινού, συλλογική, από κοινού
- kolli στα ελληνικά - βαλίτσα, καφάσι, περιστατικό, υπόθεση, δέμα, θήκη, πακέτο, ...
- kollikissa στα ελληνικά - γάτος, αίλουρος, Tomcat, του Tomcat, ο Tomcat
Τυχαίες λέξεις
Kollektori στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συλλέκτης, συλλέκτη, συλλογής, συλλεκτών, συλλεκτικών
Μεταφράσεις: συλλέκτης, συλλέκτη, συλλογής, συλλεκτών, συλλεκτικών